ΟΤΑΝ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΕΨΗΝΑΝ ΙΔΕΕΣ

του Κ. Παπαγιαννούλη
    Βρισκόμαστε στο 1974
   Ο Δημήτρης δεν φημίζεται για την παστρικότητα του φοιτητικού του διαμερίσματος, το οποίο από επιστημονικό ενδιαφέρον θα μπορούσε να εξιτάρει τον Pasteur για την ποικιλία των βακίλων ή τον Darwin για την ενδιαφέρουσα χλωρίδα που αναπτύσσεται υπό τη Σαλονικιώτικη υγρασία! Η οσμητική φρίκη όμως δεν είναι τίποτα μπροστά στον τρόμο από την επίσκεψη της μαμάς του προερχομένης από την επαρχία !

   Η μητρική γκεστάπο δε με το Azax ανά χείρας τον διέταξε να τραβήξει την κουζίνα για να ελέγξει τα μετόπισθεν ! Κάμπιες τότε χόρεψαν, χρυσαλίδες φτερούγισαν τρομοκρατημένες κατσαρίδες στροβιλίστηκαν, νυχτερίδες απογειώθηκαν, πάνω από τοπία αποξηραμένων φρουί γλασσέ, αραχνιασμένων σπαγγέτι και σωρών από πώματα μπύρας !

   Ο Δημήτρης όπως, εφευρετικός και καινοτόμος βρήκε τη λύση της εύκολης μετακίνησης των συσκευών. Έφτιαξε βάσεις με ροδάκια, και πλέον με μια κίνηση μπορούσε στο μέλλον να τις τραβήξει !  Και τότε του μπαίνει η ιδέα να το προχωρήσει εμπορικά. Κάνει σχέδια, πηγαίνει σε μηχανουργία, σε κατασκευαστές καλουπιών για τα πλαστικά ροδάκια, και σύντομα παράγει το πρώτο ελληνικό μοντέλο  βάσης για λευκές συσκευές !

   Αποφασίζει να το προωθήσει στην αγορά και κάνει τον πλασιέ. Χτυπάει τις πόρτες των διαμερισμάτων και ψήνει τις νοικοκυρές. Όταν βρίσκει άρνηση, τραβάει τη ν ηλεκτρική κουζίνα της νοικοκυράς και αποκαλύπτει την αδυναμία της. Βάζει τη βάση κάτω από την κουζίνα και τη ρωτάει αν τελικά την θέλει. Η νοικοκυρά τότε, ευρισκόμενη σε μειονεκτική ψυχολογική κατάσταση λόγω της αποκάλυψης, υποκύπτει στην πώληση.

   Ο Δημήτρης πετυχαίνει σαν σχεδιαστής, σαν εφευρέτης, σαν πωλητής και αναδεικνύει τα ταλέντα ενός γονιδίου που προέρχονται από τον Ήρωνα τον Αλεξανδρέα, από τον Αρχιμήδη  και άλλους, αλλά σβήσανε, όταν οι έλληνες αναζήτησαν τη σιγουριά, τη ραστώνη, τον εφησυχασμό, το ηλιοβασίλεμα στο εξοχικό, το τρεις η ώρα νάμαι σπίτι μου, το δεν ξέρω άλλο από την υπηρεσία μου, το να χώσω το κεφάλι μου σε μία τρύπα, το να εξουσιάζω εγώ μέσω της συντεχνίας μου, το να κάνω καριέρα από το φοιτητικό μου κόμμα, το να μη με κουνάει κανείς, το να βολέψω τα παιδιά μου.

   Με τη διαφορά όμως, ότι τα παιδιά του τα ξεβόλεψε. Ας αναδειχτούν λοιπόν πάλι τα χαμένα χαρακτηριστικά του Έλληνα μέσα από την καινοτομία, την έμπνευση, τη δημιουργικότητα και κυρίως μέσα από την ανασφάλεια !